Σάββατο 12 Απριλίου 2014

13 Ἀπριλίου 2014 - Κυριακὴ ΣΤ΄ τῶν Βαΐων

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 15
Κυ­ρια­κὴ ΣΤ΄ τῶν Βα­ΐ­ων
13 Ἀ­πρι­λί­ου 2014
Ἰ­ω­άν­νου ιβ, 1-18

Θρι­αμ­βευ­τι­κὰ, μέ­σα ἀ­πὸ τὶς ἐ­πευ­φη­μί­ες τοῦ πλή­θους καὶ τὶς ζη­τω­κραυ­γὲς τοῦ ὄ­χλου, ἀ­γα­πη­τοὶ μου ἀ­δελ­φοί, εἰ­σέρ­χε­ται ὁ Χρι­στός στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα. Δι­α­ψεύ­δει ὅ­μως τὶς προσ­δο­κί­ες τοῦ λα­οῦ, για­τί ἡ πο­ρεί­α του δὲν συν­δέ­ε­ται μὲ ἐ­ξου­σί­ες καὶ δό­ξες κο­σμι­κές, ἀλ­λὰ εἶ­ναι ὁ Βα­σι­λιὰς ποὺ θὰ ἀ­κο­λου­θή­σει τὸ δρό­μο τοῦ Γολ­γο­θὰ καὶ τοῦ Σταυ­ροῦ, δί­νον­τας μί­α ἄλ­λη δι­ά­στα­ση στὴν ἔν­νοι­α τῆς ἐ­ξου­σί­ας.

Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α, μέ­σα ἀ­πὸ τὶς κα­τα­νυ­κτι­κὲς ἀ­κο­λου­θί­ες ποὺ με­ταρ­σι­ώ­νουν τὸν ἄν­θρω­πο σὲ ἀ­νώ­τε­ρες βι­ω­μα­τι­κὲς βαθ­μί­δες, μᾶς προ­σκα­λεῖ σὲ μί­α συ­νο­δοι­πο­ρί­α μα­ζί Του, ἡ ὁ­ποί­α ἀ­πεγ­κλω­βί­ζει ἀ­πὸ τὴ ρου­τί­να τῆς κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας καὶ τὴν «πα­θο­γέ­νεια» ποὺ τὴν χα­ρα­κτη­ρί­ζει. Στὴ συ­νο­δοι­πο­ρί­α αὐ­τὴ ἀ­φή­νου­με πί­σω τὸν ἑ­αυ­τό μας γιὰ νὰ τὸν ἀ­να­κα­λύ­ψου­με σὲ ἕ­να ἄλ­λο ἐ­πί­πε­δο, πο­λὺ πιὸ αὐ­θεν­τι­κό, πο­λὺ πιὸ ἀ­λη­θι­νό. Τὸ ἐ­πί­πε­δο ἐ­κεῖ­νο τῆς ζω­ῆς καὶ τῆς ἀ­νά­στα­σης. «Δεῦ­τε οὖν καὶ ἡ­μεῖς, κε­κα­θαρ­μέ­ναις δι­α­νο­ί­αις, συμ­πο­ρευ­θῶ­μεν αὐ­τῷ, καὶ συ­σταυ­ρω­θῶ­μεν, καὶ νε­κρω­θῶ­μεν δι' αὐ­τόν…, ἵ­να καὶ συ­ζή­σω­μεν αὐ­τῷ». Σα­φὴς καὶ ξε­κά­θα­ρη ἡ προ­τρο­πὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας γιὰ τὴ βα­σι­κὴ προ­ϋ­πό­θε­ση τῆς πιὸ με­γα­λει­ώ­δους συ­νο­δοι­πο­ρί­ας στὴν ὁ­ποί­α μᾶς προ­σκα­λεῖ.

Ἡ εἴ­σο­δος τοῦ Χρι­στοῦ στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα εἶ­χε θρι­αμ­βευ­τι­κὸ χα­ρα­κτῆ­ρα. Γι’ αὐ­τὸ καὶ ἡ ὑ­μνο­λο­γί­α τῆς ἡ­μέ­ρας κι­νεῖ­ται σὲ ἀ­νά­λο­γες συ­χνό­τη­τες. Ἐμ­φα­νί­ζει τὸν Βα­σι­λέ­α τῶν πάν­των νὰ εἰ­σέρ­χε­ται στὴν ἁ­γί­α πό­λη σὲ μί­α πο­ρεί­α κα­τα­τρό­πω­σης τοῦ θα­νά­του καὶ ἀ­νά­δει­ξης τῆς ἐ­λευ­θε­ρί­ας τοῦ ἀν­θρώ­που ἀ­πὸ τὶς δυ­νά­μεις τοῦ σκό­τους.

Βέ­βαι­α, ὁ ὄ­χλος ξε­σποῦ­σε σ’ ἕ­να πα­ρα­λή­ρη­μα ἐν­θου­σια­σμοῦ. Ἡ γρα­φί­δα τοῦ εὐ­αγ­γε­λι­στῆ δί­νει τὴν πλη­ρο­φο­ρί­α ὅ­τι «ἐ­σεί­σθη πᾶ­σα ἡ πό­λις». Δο­νοῦ­σε ἡ κραυ­γὴ «ὡ­σαν­νά, εὐ­λο­γη­μέ­νος ὁ ἐρ­χό­με­νος ἐν ὀ­νό­μα­τι Κυ­ρί­ου». Ὁ Χρι­στὸς ὅ­μως δὲν πα­ρα­σύ­ρε­ται ἀ­πὸ τὶς ἐ­πευ­φη­μί­ες τοῦ κό­σμου. Γνω­ρί­ζει ὅ­τι τὸν ἐν­θου­σια­σμὸ του εὔ­κο­λα μπο­ρεῖ νὰ δι­α­δε­χθεῖ ἡ ἀ­πο­στρο­φὴ καὶ ἡ ἐγ­κα­τά­λει­ψη. Τὸ «ὡ­σαν­νὰ» ἀ­κο­λου­θεῖ τὸ «ἄ­ρον, ἄ­ρον, σταύ­ρω­σον αὐ­τόν».

Ἡ εἴ­σο­δος τοῦ Χρι­στοῦ στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα ση­μα­το­δο­τεῖ τὴν φα­νέ­ρω­σή του ὡς βα­σι­λιᾶ, ὁ ὁ­ποῖ­ος πο­ρεύ­ε­ται πρὸς τὸ Πά­θος. Εἶ­ναι βα­σι­λιὰς για­τί πο­ρεύ­ε­ται πρὸς τὸ Πά­θος˙ καὶ πο­ρεύ­ε­ται πρὸς τὸ Πά­θος για­τί εἶ­ναι ὁ ἀ­λη­θι­νὸς βα­σι­λιάς. Ἀ­να­φέ­ρει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ ὁ Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος: «διὰ τοῦ­το αὐ­τὸν βα­σι­λέ­α κα­λῶ, ἐ­πει­δὴ βλέ­πω αὐ­τὸν σταυ­ρού­με­νον, βα­σι­λέ­ως γὰρ ἐ­στι τὸ ὑ­πὲρ τῶν ἀρ­χο­μέ­νων ἀ­πο­θνή­σκειν».

Ὁ Χρι­στὸς ὡς Βα­σι­λιάς, δὲν ἐν­δύ­ε­ται μὲ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε δι­α­κρι­τι­κὰ ἐ­ξου­σί­ας, ἀλ­λὰ «ἔρ­χε­ται κα­θή­με­νος ἐ­πὶ πῶ­λον ὄ­νου». Ἡ πρα­ό­τη­τά του συν­ται­ριά­ζει ἀ­πό­λυ­τα μὲ τὴν τα­πεί­νω­σή του. Τὸ που­λά­ρι εἶ­ναι ἡ εἰ­κό­να τῆς εἰ­ρή­νης. Ἡ εἰ­ρή­νη ποὺ φέρ­νει ὁ Χρι­στὸς εἶ­ναι ἡ προ­σφο­ρὰ τοῦ ἑ­αυ­τοῦ του. Ἔ­τσι ἀ­κρι­βῶς, σὲ αὐ­τὴ τὴ δι­ά­στα­ση εἰ­ρή­νευ­σε τὸν ἄν­θρω­πο, ὅ­ταν τὸν ἔ­νω­σε μὲ τὴν κοι­νω­νί­α τῆς ἀ­γά­πης καὶ τῆς ζω­ῆς τοῦ Θε­οῦ.

Ἡ ἀ­λη­θι­νὴ εἰ­ρή­νη εἶ­ναι ἡ ἔκ­φρα­ση τῆς ἀ­γά­πης καὶ τῆς τα­πεί­νω­σης τοῦ Χρι­στοῦ. Μό­νο στὸν τα­πει­νὸ μπο­ρεῖ νὰ ἐμ­φω­λεύ­ει ἡ εἰ­ρή­νη καὶ νὰ με­τα­βάλ­λε­ται σὲ βί­ω­μα καὶ ζω­ή. Ἀν­τί­θε­τα, ὅ­ποι­ος δι­α­κα­τέ­χε­ται ἀ­πὸ ἐ­γω­ι­σμὸ καὶ φι­λαυ­τί­α, ἐμ­φα­νί­ζει συμ­πτώ­μα­τα δι­α­τα­ρα­χῶν στὸν ἐ­σω­τε­ρι­κό του κό­σμο, μὲ ἔκ­δη­λες ὀ­ρέ­ξεις γιὰ κυ­ρι­αρ­χί­α ἐ­πὶ τῶν συ­ναν­θρώ­πων του.

Ὁ Χρι­στὸς θυ­σιά­ζει τὸν ἑ­αυ­τὸ του «ὑ­πὲρ τῆς τοῦ κό­σμου ζω­ῆς καὶ σω­τη­ρί­ας». Αὐ­τὴ τὴ σω­τη­ρί­α πο­θεῖ κα­τὰ βά­θος ὁ λα­ός, ὅ­ταν ὑ­πο­δέ­χε­ται θρι­αμ­βευ­τι­κὰ τὸν Χρι­στὸ στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα. Ἀν­τί­θε­τα, ἡ κυ­ρι­αρ­χί­α τοῦ ἐ­γω­ι­σμοῦ ἐκ­βάλ­λει στὸ «ἄ­ρον, ἄ­ρον, σταύ­ρω­σον αὐ­τόν». Ἔ­τσι ἔ­γι­νε τό­τε μὲ τὸν ὄ­χλο καὶ αὐ­τὲς οἱ με­τα­πτώ­σεις συ­νε­χί­ζον­ται μέ­χρι σή­με­ρα.

Ἀ­γα­πη­τοὶ μου ἀ­δελ­φοί, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μᾶς προ­σκα­λεῖ σὲ μί­α εὐ­λο­γη­μέ­νη συ­νο­δοι­πο­ρί­α μὲ τὸν Χρι­στό, τὸν Κύ­ριο καὶ Σω­τῆ­ρα μας. Μέ­σα ἀ­πὸ τὶς ἱ­ε­ρὲς ἀ­κο­λου­θί­ες, τὴν κα­τα­νυ­κτι­κὴ ὑ­μνο­λο­γί­α καὶ τὴν πε­ρι­γρα­φὴ τῶν γε­γο­νό­των ἀ­πὸ τοὺς ἱ­ε­ροὺς εὐ­αγ­γε­λι­στές, μᾶς κα­λεῖ νὰ ὑ­πο­δε­χθοῦ­με καὶ ἐ­μεῖς τὸν ἐρ­χό­με­νο Βα­σι­λέ­α: «Ἐ­ξέλ­θε­τε ἔ­θνη, ἐ­ξέλ­θε­τε καὶ λα­οὶ καὶ θε­ά­σα­σθε σή­με­ρον, τὸν Βα­σι­λέ­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν ὡς ἐ­πὶ θρό­νου ὑ­ψη­λοῦ, ἐ­πὶ πώ­λου εὐ­τε­λοῦς, τὴν Ἱ­ε­ρου­σα­λὴμ προ­σε­πι­βαί­νον­τα». Ἡ ὑ­πο­δο­χὴ αὐ­τὴ μᾶς κα­θι­στᾶ δε­κτι­κοὺς τῶν βα­θύ­τε­ρων βι­ω­μά­των τοῦ Πά­θους καὶ τῆς Ἀ­νά­στα­σης τοῦ Κυ­ρί­ου μας. Ἀ­μήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου