Αριθμ. Πρωτ. 781
Διεκπ. 414
Αθήνα 24ῃ Φεβρουαρίου 2014
Εγκύκλιος 2948
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Ἔχοντας διανύσει τό ἥμισυ τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία σήμερα, Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, τιμᾶ καί προσκυνεῖ τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, Τόν ὑψώνει καί Τόν προβάλλει ορόσημο πίστεως καί ἐλπίδος γιά κάθε χριστιανό, ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται τόν καλό ἀγῶνα τῆς πίστεως.
Παράλληλα, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή τά ἀποστολικά ἀναγνώσματα τῆς περιόδου τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καί ἑπομένως καί τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, ἀναφέρονται στόν Μέγα Ἀρχιερέα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, στήν ἀρχιερωσύνη Του καί τήν διακονία Του, ἔχει ἀπό ἐτῶν ἀποφασίσει ἡ ἑβδομάδα πού ἕπεται τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως νά εἶναι ἀφιερωμένη στήν ἱερωσύνη τῶν λειτουργῶν Της καί ἰδιαιτέρως στήν καλλιέργεια τῶν ἱερατικῶν κλήσεων.
Δοξάζει τόν Κύριο πού ἐμφυτεύει στίς καρδιές νέων ἀνθρώπων τόν κατά Θεό ζῆλο καί τήν ἔφεση τῆς διακονίας τοῦ ἁγίου θυσιαστηρίου καί ἐκβάλλει ἐργάτες στόν θερισμό (Ματθαίου θ’ 38).
Εὐλογεῖ πατρικά τούς εὐσεβεῖς γονεῖς πού καλλιεργοῦν τήν κλίση τῶν τέκνων τους νά ὑπηρετήσουν τό ἱερό θυσιαστήριο καί νά ἀφιερώσουν τήν ζωή τους εἰς «ἔργον διακονίας εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ’ 11-12).
Θεωρεῖ κατάλληλη εὐκαιρία νά ὑπομνήσει στούς πιστούς τήν διδασκαλία Της γιά τήν ἱερωσύνη.
Ἡ ἱερωσύνη, ὅπως δόθηκε ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως βιώθηκε στά δύο χιλιάδες χρόνια πορείας τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο καί ὅπως διδάχθηκε καί ἐξηγήθηκε ἀπό τούς θεολόγους πατέρες καί διδασκάλους Της εἶναι:
α’. Θυσία καί προσφορά.
Ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι θυσία πού προσφέρθηκε ἀπό τόν Ἴδιο μέ τήν θέλησή Του γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ἡ ἱερωσύνη, ἡ ζωή τοῦ Κληρικοῦ καί ἡ διακονία του στόν κόσμο, εἶναι ἑκούσια θυσία γιά τόν ἴδιο σκοπό. Ὄντως, προκειμένου νά ἀφιερώσει κανείς τήν ζωή του στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ, χρειάζεται νά διαθέτει μεγάλα ἀποθέματα πίστεως καί ἀγάπης πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον, ὥστε νά ὑπαγορεύει καί αὐτήν ἀκόμη τήν αὐτοθυσία.
Ζοῦμε σέ ἐποχή, κατά τήν ὁποία κυριαρχεῖ ἡ ἀβεβαιότητα γιά τό μέλλον, ἡ ἀνασφάλεια, ἡ ἀγωνία γιά τό αὔριο. Ἡ κατάσταση αὐτή ἀφορᾶ στό σύνολο τῆς κοινωνίας καί ὀφείλεται κυρίως σέ πνευματικά αἴτια, ἀλλότρια πρός τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης, ἀλληλεγγύης καί ἀνθρωπιᾶς εὐθύνονται πρωτογενῶς γιά τήν πολυδιάσπαση τῆς κοινωνίας, γιά τήν ἐκμετάλλευση, γιά τά ποικίλα ἀδιέξοδα.
Αὐτή ἡ ἐσωτερική ἀγωνία σχεδόν τοῦ καθενός, ἡ αἴσθηση τῆς προσωπικῆς του ἀδυναμίας καί ἡ ἀνάγκη γιά λύτρωση ἀπό τά κάθε εἴδους δεινά, κινοῦν τόν Κληρικό σέ παροξυσμό ἀγάπης γιά προσφορά στόν σύγχρονο ἄνθρωπο, πού εἶναι φορτωμένος μέ τά προβλήματα τῆς ζωῆς καί κουρασμένος ἀπό τήν ἀγωνία καί τήν ἀπογοήτευση.
β’. Δῶρο Θεοῦ.
Ὁ Θεός κατέστησε τούς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μέ τό μυστήριο τῆς χειροτονίας «ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ» (Πράξεων κ’ 3-8).
Μέ τήν ἱερωσύνη ἀνακαινίζεται ὁ ἄνθρωπος, φωτίζεται ἀπό τό φῶς τῆς θεογνωσίας, ἁγιάζεται ἀπό τήν Χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καθαίρεται ἀπό τούς ρύπους τῆς ἁμαρτίας, λαμπρύνεται ἀπό τήν μετοχή καί κοινωνία τοῦ Θεοῦ, μετέχει στήν δόξα τοῦ Θεοῦ, παρηγορεῖται καί στηρίζεται ὅταν πολεμεῖται ἀπό τίς ἀντίθεες δυνάμεις καί ἀρχές καί ἐξουσίες.
γ’. Πνευματικό ἀξίωμα.
Ἡ ἱερωσύνη ἐνεργεῖ στόν ἐπίγειο κόσμο, οὐσιαστικά ὅμως διαχειρίζεται οὐράνια καί αἰώνια ἀγαθά. Ἐνῶ εἶναι ἐντός τοῦ κόσμου δέν ἀποτελεῖ ἐγκόσμια ἐξουσία ἀλλά ἐργάζεται γιά τήν μεταμόρφωση τοῦ κόσμου σέ βασιλεία Θεοῦ.
δ’. Ἄσκηση διακονίας.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος καθορίζει τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο δόθηκε ἡ ἱερωσύνη, λέγοντας ὅτι αὐτή ἐπιτελεῖ «ἔργον διακονίας» καί ἐργάζεται «εἰς τήν οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 11-12)
Ὁ ρόλος, ἑπομένως, καί ἡ διακονία τοῦ ἱερέως εἶναι ζωτικῆς σημασίας, διότι ἀποτελεῖ τόν ζωντανό ἀπόστολο καί κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἐλπίδας, τῆς πίστεως καί τῆς ἀγά-πης, ἐργάζεται γιά τήν χριστοποίηση τοῦ κόσμου.
ε’. Ἐκκλησιαστικό λειτούργημα.
Ὁ ἱερεύς ὑπηρετεῖ τόν Θεό καί τόν λαό τοῦ Θεοῦ πού συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία, ἐνδεδυμένος τήν «τῆς ἱερατείας χάριν» καί ἐφοδιασμένος τήν ἐξουσίαν «τοῦ δεσμεῖν καί λύειν» τά ἁμαρτήματα τῶν ἀνθρώπων.
στ’. Ἀποστολή.
Ὁ Κύριος ἀπέστειλε τούς ἁγίους Ἀποστόλους γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο καί νά συναγάγουν τά διασκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ τελοῦντες τά ἅγια Μυστήρια. Εἶπε: «καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ Πατήρ κἀγώ πέμπω ὑμᾶς (Ἰωάννου κ’ 21) καί «οὐχ ὑμᾶς μέ ἐξελέξατε, ἀλλ΄ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς καί ἔθηκα ὑμᾶς ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καί καρπόν φέρητε καί ὁ καρπός ὑμῶν μένῃ» (Ἰωάννου ιε’ 16).
ζ’. Ὑπόσχεση καί προσδοκία.
Ἐάν θέλαμε νά συνοψίσουμε σέ δύο μόνον λέξεις τό νόημα καί τό περιεχόμενο τῆς ἱερατικῆς κλήσεως, δέν θά ἐπιλέγαμε προσφορότερες λέξεις ἀπό τήν ὑπόσχεση καί τήν προσδοκία. Ὑπόσχεση τοῦ κληρικοῦ ὅτι τίθεται ἄνευ ὅρων στή διακονία τοῦ Θεοῦ, καί ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ ὅτι εἶναι ἀρωγός στό δύσκολο ἔργο πού ἀναλαμβάνει ὁ κάθε ἱερεύς. Παράλληλα, προσδοκία ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ ὅτι ὁ κληρικός θά ἀνταποκριθεῖ στήν παρά Θεοῦ κλήση καί θά παραμείνει πιστός στήν ὑπόσχεσή του, καί προσδοκία ὅλων τῶν πιστῶν ὅτι ὁ ἱερέας θά ἀποδειχθεῖ ὁδηγός ἰσάξιος τοῦ Μωυσῆ καί θά τούς ὁδηγήσει μακριά ἀπό τἀ ἀδιέξοδα καί τόν πνευματικό ὄλεθρο, στήν κατάκτηση τῆς γῆς τῆς ἐπαγγελίας, δηλαδή τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας.
Δέν θά μποροῦσε ἄλλωστε ἡ θυσιαστική ζωή τοῦ κληρικοῦ νά περιγραφεῖ διαφορετικά, ἀφοῦ καί ὁ ἴδιος ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου μας ἀποτελεῖ ὑπόσχεση καί προσδοκία: ὑπόσχεση νίκης κατά τοῦ ἀντικειμένου ἐχθροῦ καί πολεμίου, καί προσδοκία Ἀναστάσεως γιά τόν κάθε χριστιανό, ὁ ὁποῖος προστρέχει μέ πίστη καί κλίνει ἐνώπιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τό γόνυ τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί τόν ἀσπάζεται εὐλαβικά.
† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
† Ὁ Καρυστίας καί Σκύρου Σεραφείμ
† Ὁ Νέας Κρήνης καί Καλαμαριᾶς Προκόπιος
† Ὁ Θεσσαλονίκης Ἄνθιμος
† Ὁ Παραμυθίας, Φιλιατῶν καί Γηρομερίου Τίτος
† Ὁ Γρεβενῶν Σέργιος
† Ὁ Μηθύμνης Χρυσόστομος
† Ὁ Μυτιλήνης, Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου Ἰάκωβος
† Ὁ Θηβῶν καί Λεβαδείας Γεώργιος
† Ὁ Παροναξίας Καλλίνικος
† Ὁ Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καί Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρας
† Ὁ Ζακύνθου Διονύσιος
† Ὁ Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ Κύριλλος
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Διαυλείας Γαβριήλ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου